Ομιλίες


Δεν μπορούμε να μιλάμε για θέατρο στη Ζάκυνθο, χωρίς να αναφερθούμε στις «ομιλίες».
« Οι 'ομιλίες' είναι ιδιότυπο λαϊκό θέατρο που αναπτύχθηκε το 17ο και 18ο αιώνα με την επίδραση του Κρητικού Θεάτρου και της Comedia dell' arte.
Τελικά δημιουργήθηκαν 'ομιλίες' ζακυνθινές. Η ζακυνθινή δημιουργία απαλλάχτηκε τελείως από την κρητική επίδραση. Η παράδοση καλύπτει όλο το 19ο αιώνα.
Οι Ζακυνθινοί όμιλοι συνεχίζουν να παίζουν διασκευασμένα τα κρητικά έργα, τα έργα του παλιότερου και του σημερινού ζακυνθινού λαϊκού θεάτρου. Στις 'ομιλίες' παίζουν αποκλειστικά άντρες ηθοποιοί, που υποδύονται και τους γυναικείους ρόλους, φορώντας μάσκες. Το κείμενο είναι δεκαπεντασύλλαβος στίχος που απαγγέλλεται με μακρόσυρτη προφορά .»
Λαϊκοί όμιλοι από την πόλη, και κυρίως από τα χωριά, συνεχίζουν αυθεντική την παράδοση των 'ομιλιών' και στον 21ο αιώνα, γράφοντας και παριστάνοντας 'ομιλίες' με θέματα ζωντανά, καυτηριάζοντας και σατιρίζοντας την καθημερινή πραγματικότητα της Ζακύνθου.

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

Ο σιορ Νιόνιος και η Κατίνα





















Ο επικήδειος για το Ζακυνθινό povero καρναβάλι (κηδεία τσι μάσκας).


Κατίνα μου τα σέβη μου, σε μένα έπεσε ο κλήρος,
δυο λογάκια για να πω, του Νιόνιου που είχε κύρος.

Τι να σου πρωτοθυμηθώ, και τι να σου φωνάξω,
πάνω σ’ αυτό το φέρετρο, θέλω και ‘γω να κλάψω.

Ήσουν καλός σαν σύζυγος, είχες και δυο κόρες,
μα εφτούνες δε τσι πάντρεψες, είναι γεροντοκόρες.

Σπίτι οικογένεια δουλεία, ήτανε η ζωή σου,
μα ούλοι σε ζηλεύανε, και τα ‘χανε μαζί σου.

Μα απ’ τη δουλεία, σε διώξανε που μάζευες σκουπίδια,
ο Ξένος σε επέταξε, έξω απ’ τα κεραμίδια.

Η χήρα σου εδούλευε μέσα στην εφορία,
αλλά τη  διώξανε και αυτή, χέρια είχε μακρία.

Οι τράπεζες δεσμεύσανε, ούλα τα υπάρχοντα σου
και μια δουλούλα έψαχνες, για να ‘ρθεις στα σωστά σου.

Άκουσες πως στη γέφυρα, διόδια θα βάλουν,
στη περιφέρεια έτρεξες,  μήπως και σε προσλάβουν.

Μα άλλο σχέδιο είχανε εκεί κατεβασμένο, 
το φορτηγό το στείλανε, στα μπούνια φορτωμένο.

Ευτούνη τηνε χτίσανε, ήλιος να μη τη λάμπει,
και για βοήθεια είχανε, τον Άγιο Χαραλάμπη.

Άκουσες πως ο δήμαρχος, μετρά θα πάρει απ’ όλους,
ένα πασέτο* άρπαξες, να πας να σφίξεις κώλους. (*το απλό οικοδομικό μέτρο)

Μα ούτε και κει σε πήρανε. Θυμήθηκες τον Άκη,
μήπως μια θέση σου ‘δινε για το καρναβαλάκι.

Μα ο Άκης στην αρνήθηκε, άλλου την είχε τάξει,
στο Ντίνο απ’ τσι Μανόλιες, που ήτανε εντάξει.

Τσι κόρες σου εσκέφτηκες να βγάλεις στο κλαρί,
μα η μια σου γκαστρώθηκε, και η άλλη είναι μουρλή.

Τίποτα δε κατάφερες, όλα σου πήγαν τζίφος,
και τα παφλέτια* σου έγιναν, ένας μεγάλος γρίφος. (*χαρτιά, λογαριασμοί)

Σου ήρθε ο λογαριασμός, ΔΕΗ για να πληρώσεις,
και το χαράτσι μέσα σου, ήθελες να το χώσεις (να καρφώσεις).

Σου ήρθε το αυτοκίνητο δια μέσου εφορίας,
γιατί είχες λέει απλήρωτα τέλη κυκλοφορίας.

Βενζίνη στο αυτοκίνητο, είχες Καιρό να βάλεις,
γιατί είχες την ασφάλεια από πάνω σου να βγάλεις.

Χρωστάς στο ΤΕΒΕ χρήματα, γύρω στους έξι μήνες,
μα δε σου ‘γράφαν φάρμακα, ούτε και ασπιρίνες.

Τηλέφωνο και κινητά, σου ήρθαν στο καπάκι,
και ο Αβράμης τι λυπητερή, σου ‘στειλε ραβασάκι.

Στο super market βερεσέ, σταμάτησαν να δίνουν,
κι κόρες σου εφέξανε, ούτε νερό δε πίνουν.

Σε ένα τάφο μέσα του, είχες θάψει τσου δικού σου,
μα ο δήμαρχος σου εγύρεψε, μέρος από τσου οβολούς σου.

Έψαχνες μεσ’ τσι τσέπες σου, μα δεν υπήρχε μια,
και ούλοι σου ελέγανε, κάμε οικονομία.

Ένα ντουφέκι ήθελες να πας ν’ αυτοκτονήσεις,
αλλά το πούλησες κι αυτό, μήπως και κονομήσεις.

Μια θηλιά εζήταγες, να δέσεις στα ψαλίδια,
μα τα σκοινιά επούλησες, παρέα με τα γίδια.

Στο τέλος έβρηκες σκοινί, να πας για να φουντάρεις,
και στη εξέδρα έτρεξες, σα να ‘σουνα πρωτάρης.

Εκεί που επερπάταγες στην άκρη για να φτάσεις,
μπροστά σου τρούπα βρέθηκε, το κόσμο για να χάσεις.

Εσκάλωσες με το σκοινί από τη σιδεριά,
και τη ζωή σου άφησες, σε άσχημη μεριά.

Σε έψαχνα απ’ το πρωί, ήμουνα βουρλισμένος,
κι απ το ένα πόδι σε βρήκα να είσαι κρεμασμένος.

Άφησες κόρες ορφανές, και μια χήρα φτωχή,
κηδεία να σου κάμουνε, μα δε φορείς βρακί!

Κατίνα, συλλυπητήρια από το σκυλολόι,
για σένα ‘νε καλύτερα, άσε το μοιρολόι.

Ανίκανος σε ούλα σου, ήσουνα κακομοίρη,
γι' αυτό και στη κηδεία, σου κάνουμε πανηγύρι.

Και που να το ΄ξερες ορε,  οτα΄ η πυρά ανάψει
κάνεις δε θα γυρίσει ποια, πίσω του να κοιτάξει.



τζουμ τρια, τζουμ τρια, τζουμ τριαλαριλαλο
τζουμ τρια, τζουμ τρια, τζουμ τριαλαρο

Καρναβαλάκι ήτανε και φιέστα μια βραδία,
και λείπανε οι πολιτικοί κι ΄χαμε ησυχία.

τζουμ τρια….τζουμ τριαλαρο

Αμέσως το γυρίσαμε σε ένα μεγάλο πάρτι,
5-6 τη χουφτώναμε τη χήρα στο κρεβάτι.

τζουμ τρια…., τζουμ τριαλαρο

Απ το πολύ το χούφτωμα εκάτσιασε κ΄ εφτούνη,
και τώρα η αλλοπρόσαλλη γυρίζει με μπαστούνι.

τζουμ τρια….τζουμ τριαλαρο

Ψάχνει τσι δόξες τσι παλιές να έβρει η κακομοίρα,
αλλά του χρόνου σίγουρα θα έχουμε άλλη χήρα.

τζουμ τρια….τζουμ τριαλαρο

Συγγραφέας: Λούκι Λουκ.
copy απο:  
http://www.facebook.com/ioannis.ioannou2/posts/10200321740838740

2 σχόλια:

youlia olomplava είπε...

ποσα ξενοδοχεια δέχτηκαν καρναβαλιστές, και ποσοι ανεργοι επωφελήθηκαν απο το ;Καρναβαλι της Φτωχιας; ενω υπερπληρωμενοι δημοσιογραφοι ελαβαν επιπλεον μισθους για να προπαγανδιζουν τα δηθεν εκλεκτα προτερηματα του δημου;

Γ.Ι.Δ.Α. είπε...

Αυτα να πας να στα αναλυση ο δημαρχος αν εχεις κοτσια και μη τα ψαχνεις μεσα απο το δικο μου site, γιατι και εγω copy εχω κανει απο αλλου.
Και αφου δε πιστευεις απ' οτι λες στις καρναβαλικες εκδηλωσεις του δημου καλο θα ηταν να μη τις εβλεπες κιολας, αλλα σε πηρε το ματι μου στις πλατειες.